Έχουν περάσει 17 ημέρες από την στιγμή που ο Φλορεντίνο Πέρεθ Ροδρίγεθ συμπλήρωσε χίλια παιχνίδια ως πρόεδρος της Ρεάλ Μαδρίτης η οποία, στη διάρκεια της 18χρονης θητείας του (2000-2006 και 2009-σήμερα), έχει κατακτήσει, μόνο στο ποδόσφαιρο, πέντε Champions League, πέντε πρωταθλήματα, πέντε Μουντιάλ Συλλόγων, πέντε Σούπερ Καπ Ισπανίας, τέσσερα Σούπερ Καπ Ευρώπης και δύο Κύπελλα Ισπανίας.
26 τίτλους για τον 74χρονο μεγαλοεργολάβο από την περιοχή Ορταλέθα της Μαδρίτης, ο οποίος την Κυριακή (25/04) θα κλείσει μια εβδομάδα ως πρόεδρος μιας διοργάνωσης που ενδέχεται να πέθανε προτού καν προλάβει καλά καλά να γεννηθεί (European super League).
Σε λιγότερο από μια εβδομάδα, ο πιο πετυχημένος πρόεδρος στην ιστορία της Βασίλισσας μετά τον θρυλικό Σαντιάγο Μπερναμπέου (βρίσκεται σε πολύ καλό δρόμο για να τον ξεπεράσει μάλιστα), έχει γίνει ο νούμερο ένα εχθρός του ποδοσφαίρου όπως το αγάπησαν οι αγνοί φίλαθλοι.
Το ζωντανό σύμβολο του ποδοσφαίρου του καπιταλισμού, του αθλήματος που έχει ως αποκλειστικό σκοπό να γεμίζει τις τσέπες όσων εμπλέκονται με αυτό, επιβεβαιώνοντας μάλιστα το κυνικό «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα».
Μέσα σε λίγα 24ωρα, ο Πέρεθ άκουσε τα πάντα και από τους πάντες και έφτασε να γίνει πλακάτ στα χέρια των Άγγλων φιλάθλων, οι οποίοι δεν δίστασαν να τον αποκαλέσουν ακόμα και «εγκληματία» (Criminal) του ποδοσφαίρου.
Αποτυχημένος πολιτικός, εξαίρετος επιχειρηματίας
Με σπουδές στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών του Πολυτεχνείου της Μαδρίτης, ο Φλορεντίνο εργάστηκε για το ισπανικό δημόσιο τα πρώτα χρόνια της σταδιοδρομίας του, επιβλέποντας διάφορα πρότζεκτ στους δημόσιους δρόμους της πρωτεύουσας.
Έφτασε να πάρει μια καλή θέση στο υπουργείου Δημοσίων Έργων και Μεταφορών και επεδίωξε να ξεκινήσει πολιτική καριέρα, η οποία όμως είχε σύντομη διάρκεια, ως γενικός γραμματέας ενός νεοσυσταθέντος κόμματος ονόματι Δημοκρατικό Κόμμα Μεταρρυθμιστών (PRD).
Μετά τις ισπανικές εκλογές του 1986, στις οποίες το PRD δεν κατάφερε να κερδίσει θέση στο κοινοβούλιο, το κόμμα διαλύθηκε και ο Πέρεθ έστρεψε αλλού το ενδιαφέρον του.
Έριξε το βάρος στις επιχειρήσεις, όπου αποδείχθηκε ικανότατος και διορατικός, επενδύοντας σε μια μικρή χρεοκοπημένη κατασκευαστική εταιρεία, την οποία μετέτρεψε σε μια πολυεθνική δύναμη, χάρη στις δουλειές που έκλεινε, εκμεταλλευόμενος και τις πολύ ισχυρές γνωριμίες του.
Το 1993, ίδρυσε την πολυεθνική ACS, μια από τις μεγαλύτερες κατασκευαστικές εταιρείες στον κόσμο πλέον, με ετήσιο τζίρο που ξεπερνάει το ένα δισεκατομμύριο ευρώ, καταφέρνοντας να την γιγαντώσει και μέσω της ενασχόλησής του με την ομάδα που αγαπούσε από μικρό παιδί: Την Ρεάλ Μαδρίτης.
Το σκάνδαλο του αθλητικού κέντρου
Αφού το 1995 αποπειράθηκε ανεπιτυχώς να καθίσει στη προεδρική καρέκλα της Βασίλισσας, επανήλθε πέντε χρόνια αργότερα και, τάζοντας την απόκτηση του Λουίς Φίγκο από την αιώνια αντίπαλο Μπαρτσελόνα, κέρδισε με άνεση τις εκλογές, παρ’ ότι ο αντίπαλός του (Λορένθο Σανθ) προέρχονταν από την κατάκτηση δύο Champions League μέσα σε τρία χρόνια.
Με το «καλημέρα», ο Φλορεντίνο προχώρησε σε μια συμφωνία που επιβεβαίωσε τις ισχυρότατες επαφές του, αλλά και την απύθμενη φιλοδοξία του, στον βωμό της οποίας δεν δίσταζε να θυσιάσει ακόμα και την ηθική του.
Το 2001, λοιπόν, όταν τα χρέη του συλλόγου έφταναν τα 277 εκατομμύρια ευρώ, κατάφερε να πουλήσει το προπονητικό κέντρο στο δήμο της Μαδρίτης έναντι ενός ποσού – μαμούθ (501,8 εκατομμύρια ευρώ) και, στη συνέχεια, να συμμετάσχει μέσω της εταιρείας του στο χτίσιμο τεσσάρων ουρανοξυστών 250 μέτρων και 50 ορόφων, με τα έσοδα που προέκυπταν από αυτούς να καταλήγουν (και) στα ταμεία του συλλόγου.
Ο Φλορεντίνο, με τις πλάτες του φίλου του, Πρωθυπουργού της Ισπανίας Χοσέ Μαρία Αθνάρ (μόνιμου θαμώνα στα επίσημα του «Μπερναμπέου»), έσβησε μεγάλο μέρος του χρέους και, τα πρώτα χρόνια της θητείας του, επένδυσε 413 εκατομμύρια ευρώ σε μεταγραφές, για να χτίσει τους «Galacticos» (διαστημικοί), φέρνοντας στη Μαδρίτη, εκτός από τον Φίγκο, τους Ζινεντίν Ζιντάν, Ρονάλντο και Ντέιβιντ Μπέκαμ.
Πολλές σκιές διαφθοράς
Ο Χοσέ Μαρία Γκαρθία, ένας από τους πιο πετυχημένους και βετεράνους αθλητικούς δημοσιογράφους της Ισπανίας, τον έχει χαρακτηρίσει ως «τον πιο διεφθαρμένο πρόεδρο στην ιστορία του ισπανικού ποδοσφαίρου».
Και είναι αλήθεια ότι, στη διάρκεια της θητείας του, εξαιτίας κυρίως των επιχειρήσεων του εκτός ποδοσφαίρου, το όνομά του έχει εμπλακεί σε ουκ ολίγα σκάνδαλα διαφθοράς, με μηνύσεις για απάτη, κατάχρηση και δωροδοκία, χωρίς πάντως να έχει φτάσει ποτέ ενώπιον δικαστηρίου.
Οι διασυνδέσεις του έχουν παίξει μεγάλο ρόλο σε αυτό και τον οδήγησαν στο να αναζητήσει μεγάλες δουλειές και στο εξωτερικό, στο πλαίσιο των οποίων μάλιστα άνοιγε και ποδοσφαιρικές διόδους, κάνοντας μεταγραφές ποδοσφαιριστών από συγκεκριμένες χώρες, όπως ο Χαβιέρ «Τσιτσαρίτο» Ερνάντες από το Μεξικό ή τον Μάρτιν Όντεγκααρντ από τη Νορβηγία.
Ο Πέρεθ χρειάστηκε να δώσει εξηγήσεις σε δικαστήριο για μια εταιρεία που διαχειρίζονταν μέσα κοινωνικής δικτύωσης, μέσω των οποίων φροντίζονταν η καλή εικόνα της Ρεάλ Μαδρίτης και ο πόλεμος των αντιπάλων της, εντός και εκτός γηπέδων. Ο ιδιοκτήτης της εταιρείας κρίθηκε ένοχος για διαφθορά, αλλά ο Πέρεθ φρόντισε εγκαίρως να κόψει γέφυρες μαζί του και βγήκε αναίμακτος και από αυτή την ιστορία.
Ο Πέρεθ, πάντα με μεγάλη επιρροή στα ΜΜΕ, έχει καταφέρει ακόμα και να «αλλάξει» νόμους ώστε να εξυπηρετήσει τις (τεράστιες) φιλοδοξίες του, έχει γιγαντώσει την προσωπική του περιουσία μέσω της Ρεάλ και της ACS (αγγίζει πλέον το 1,8 δισ. ευρώ!) και επεδίωξε να κάνει το παραπάνω βήμα με την European Super League αλλά, προς τον παρόν, έχει… φάει τα μούτρα του σε αυτή την υπόθεση.
Όσοι, όμως, γνωρίζουν καλά τον πρόεδρο της Ρεάλ, λένε ότι δεν πρόκειται να μείνει με σταυρωμένα τα χέρια. Θα επιστρέψει δριμύτερος και, με κάθε μέσο, θα παλέψει για να περάσει το δικό του, αργά ή γρήγορα…